Το λαογραφικά στοιχεία του Αγραμπέλου είναι ένας ανεξάντλητος θησαυρός, που πότε μας παραπέμπει στην αρτιότητα της λαϊκής σοφίας και πότε στην αξεπέραστη τεχνική δεξιότητα των λαϊκών καλλιτεχνών. Ο λαϊκός πολιτισμός έχει πρώτα από όλα παραδοσιακό χαρακτήρα. Τα παραδοσιακά στοιχεία, καταξιωμένα με το πέρασμα του χρόνου στη συνείδηση του λαού, ανάγονται στο πολιτιστικό παρελθόν του και αποτελούν την παράδοσή του.
Η ίδρυση του Λαογραφικού Μουσείου Αγραμπέλου, από τον Μορφωτικό Πολιτιστικό Σύλλογο Αγραμπελιωτών «Η Αγράμπελη», όπου βρίσκουν φιλόξενη στέγη οι υλικές μαρτυρίες του τόπου, φιλοδοξεί να προβάλλει τον πολιτιστικό πλούτο του χωριού και να δημιουργήσει έναν πνευματικό πυρήνα αντάξιο των παραδόσεων και της ιστορίας του.
Ο ρόλος του Λαογραφικού Μουσείου αποβλέπει στην αναπαράσταση της ιστορίας του χωριού, συνδέοντας το παρελθόν με το παρόν, ενώ συγχρόνως συμβάλλει στην εθνική συνείδηση και διαφύλαξη της πολιτιστικής ταυτότητας του τόπου μας αποπνέοντας εκείνο το λεπτό άρωμα του ρομαντισμού και των ήρεμων εικόνων που έχουν πια οριστικά χαθεί.
Τα αντικείμενα που εκτίθενται συνθέτουν μια ομάδα παραμέτρων που αναδεικνύει λεπτομερειακά την εικόνα ενός χωριού και την πολιτιστική του κληρονομιά. Το περιεχόμενο των θεμάτων έχουν ιδιαίτερη σημασία για την σύνθεση της τοπικής ιστορίας και την ίδια στιγμή ερμηνευτικές, καθώς βοηθούν στην κατανόηση της βλάχικης κοινωνίας, κυρίως σε τοπικό επίπεδο.
Το Μουσείο είναι ένας ζωντανός οργανισμός, μια καρδιά που κτυπά για τους κατοίκους του χωριού, οι οποίοι με την πίστη τους σ’ αυτό και την αμέριστη συμπαράσταση τους προσπαθούν να κρατήσουν ακέραιες τις παραδόσεις τους και να τις μεταδώσουν στις επόμενες γενιές.
Το μουσείο είναι ένας τόπος αναπαράστασης της πολιτισμικής παραγωγής του Αγραμπέλου, προβάλλει την ταυτότητα της βλάχικης κοινωνίας, υποδεικνύει τις ρίζες τους και μέσα από τις συλλογές του βοηθά τον επισκέπτη στην κατανόηση και τη βίωση του βλάχικου τοπικού πολιτισμού. Κατηγορίες, τις οποίες θα μπορούσε κανείς να διακρίνει ως αντικείμενο έρευνας της λαογραφικής επιστήμης, αφορούν στον υλικό βίο και την λαϊκή δημιουργία (σπίτι, ενδύματα και λαικές τέχνες), στον πνευματικό βίο ( θρησκευτική ζωή) και στον κοινωνικό βίο (καθημερινά έθιμα, ποιμενική ζωή, γεωργία, κ.α.)
Το σήμερα παραμένει δεμένο με το χθες. Το σύνολο του παρελθόντος είναι πάντα εν ζωή και εν λειτουργία μέσα στο παρόν, ακόμη και αν εμείς σήμερα δεν το θυμόμαστε πια. Η γνωριμία με το παρελθόν, η επαφή με τις ρίζες μας αποτελεί η βάση για το μέλλον. Με τους ανθρώπους συμβαίνει αυτό που συμβαίνει με τα δέντρα. Όταν τα δέντρα ξεριζώνονται μαραζώνουν και πεθαίνουν. Όσον οι ρίζες μένουν στη γη, αυτά επιβιώνουν, ανθίζουν, καρπίζουν.
Ο πολιτισμός και τα πολιτιστικά και λαογραφικά δρώμενα είναι ένας δυναμικός παραγωγικός τομέας. Δεν είναι έννοιες στεγανές. Όλα τούτα που ήταν φυλαγμένα σε αποθήκες και υπόγεια έχουν νόημα και είναι κομμάτια του παρελθόντος και θα έλεγα συμπληρώνουν την ιστορία του παρόντος, ενώ αν τα αφήναμε όπως ήταν θα παρέμειναν υπό το πέπλο της σιωπής.
Όλα τούτα μας θυμίζουν τις ρίζες μας, βαθιές όπως είναι σε τούτον τον τόπο που έθρεψε με αυτά τα εργαλεία τόσες γενεές και διαμόρφωσε τόσες συνειδήσεις.
Η ανάπτυξη της λαογραφίας εν γένει πιστεύω θα συνεχιστεί και από άλλους. Ας αποτελέσει την πηγή, την κυψέλη τούτο δω το μουσείο και το έναυσμα, το κίνητρο.
Πρέπει δε να εκτίθενται όπως είναι για να αποτελούν αρμονία με το περιβάλλον, τόσο το φυσικό όσο και το ανθρώπινο και να έχουν προσφορότερη χρησιμοποίηση ως επιστημονικά και μορφωτικά εργαλεία χωρίς την πλαστογράφηση της μορφής των.
Από τέτοια «ασήμαντα στοιχεία και εργαλεία» ο μεγάλος μας γεωγράφος Στράβων (63 π.χ.-23 μ.χ.) όταν παρά τις εξαντλητικές του προσπάθειες προσδιόρισε την τοποθεσία όπου βρισκόταν η Ομηρική Πύλος του Νέστορα, πριν την αφανίσει και αυτή η αδυσώπητη ροή του χρόνου.
Η λαογραφία μέχρι την αναγέννηση αναφερόταν περισσότερο στη θρησκεία αλλά έγινε ο συγκερασμός. Η ελληνοχριστιανική παράδοση. Ο Απόστολος Παύλος βρήκε στην Αθήνα και μνημεία και τα παρέκαμψε λέγοντας: «Γένος ουν υπάρχοντες του θεού ουκ οφείλομεν νομίζειν χρυσόν ή αργύρω η λίθον χαράγματι τέχνης και ενθυμήσεως ανθρώπου το θείον είναι όμοιον».
Η λαογραφία είναι επιστήμη που εξετάζει τα κατά παράδοσιν. «Η ιστορία έχει την αλήθεια της η λαογραφία την δική της αλήθεια». Εξετάζει τα φαινόμενα του λαϊκού πολιτισμού, ήθη, έθιμα, την τέχνη και γενικά τον υλικό βίο. Ιδρυτής της Λαογραφίας ως επιστήμης υπήρξε ο Γερμανός WILHELM HEINRICH RIL το (1858) καθηγητής της Ιστορίας του πολιτισμού στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου, διάβασε την διάλεξη του : «Η λαογραφία ως επιστήμη» «DIE VOLKSKUNDE GLEICHWIE WISSENSCHAFΤ».
Πατέρας της Ελληνικής Λαογραφίας είναι ο Νικόλαος Πολίτης σημαντική φυσιογνωμία ο οποίος κατάφερε και εδραιώσει στην Ελλάδα την επιστήμη της Λαογραφίας. Υπήρξε καθηγητής της Ελληνικής Μυθολογίας και της Αρχαιολογίας από το 1890 και είχε συγγραφικά χαρίσματα και σπουδαία οργανωτική ικανότητα.
Αξίζει λοιπόν όλοι οι Ξηρομερίτες και οι Αιτωλοακαρνάνες να επισκεφτείτε το Αγράμπελο και να περάσετε από τον μοναδικό αυτό χώρο και να θαυμάσετε τις μοναδικές συλλογές του Λαογραφικού Μουσείου του χωριού.
(* το κείμενο εκφωνήθηκε στις 16 Αυγούστου 2007, στα εγκαίνια του Λαογραφικού
Μουσείου Αγραμπέλου)
Η ίδρυση του Λαογραφικού Μουσείου Αγραμπέλου, από τον Μορφωτικό Πολιτιστικό Σύλλογο Αγραμπελιωτών «Η Αγράμπελη», όπου βρίσκουν φιλόξενη στέγη οι υλικές μαρτυρίες του τόπου, φιλοδοξεί να προβάλλει τον πολιτιστικό πλούτο του χωριού και να δημιουργήσει έναν πνευματικό πυρήνα αντάξιο των παραδόσεων και της ιστορίας του.
Ο ρόλος του Λαογραφικού Μουσείου αποβλέπει στην αναπαράσταση της ιστορίας του χωριού, συνδέοντας το παρελθόν με το παρόν, ενώ συγχρόνως συμβάλλει στην εθνική συνείδηση και διαφύλαξη της πολιτιστικής ταυτότητας του τόπου μας αποπνέοντας εκείνο το λεπτό άρωμα του ρομαντισμού και των ήρεμων εικόνων που έχουν πια οριστικά χαθεί.
Τα αντικείμενα που εκτίθενται συνθέτουν μια ομάδα παραμέτρων που αναδεικνύει λεπτομερειακά την εικόνα ενός χωριού και την πολιτιστική του κληρονομιά. Το περιεχόμενο των θεμάτων έχουν ιδιαίτερη σημασία για την σύνθεση της τοπικής ιστορίας και την ίδια στιγμή ερμηνευτικές, καθώς βοηθούν στην κατανόηση της βλάχικης κοινωνίας, κυρίως σε τοπικό επίπεδο.
Το Μουσείο είναι ένας ζωντανός οργανισμός, μια καρδιά που κτυπά για τους κατοίκους του χωριού, οι οποίοι με την πίστη τους σ’ αυτό και την αμέριστη συμπαράσταση τους προσπαθούν να κρατήσουν ακέραιες τις παραδόσεις τους και να τις μεταδώσουν στις επόμενες γενιές.
Το μουσείο είναι ένας τόπος αναπαράστασης της πολιτισμικής παραγωγής του Αγραμπέλου, προβάλλει την ταυτότητα της βλάχικης κοινωνίας, υποδεικνύει τις ρίζες τους και μέσα από τις συλλογές του βοηθά τον επισκέπτη στην κατανόηση και τη βίωση του βλάχικου τοπικού πολιτισμού. Κατηγορίες, τις οποίες θα μπορούσε κανείς να διακρίνει ως αντικείμενο έρευνας της λαογραφικής επιστήμης, αφορούν στον υλικό βίο και την λαϊκή δημιουργία (σπίτι, ενδύματα και λαικές τέχνες), στον πνευματικό βίο ( θρησκευτική ζωή) και στον κοινωνικό βίο (καθημερινά έθιμα, ποιμενική ζωή, γεωργία, κ.α.)
Το σήμερα παραμένει δεμένο με το χθες. Το σύνολο του παρελθόντος είναι πάντα εν ζωή και εν λειτουργία μέσα στο παρόν, ακόμη και αν εμείς σήμερα δεν το θυμόμαστε πια. Η γνωριμία με το παρελθόν, η επαφή με τις ρίζες μας αποτελεί η βάση για το μέλλον. Με τους ανθρώπους συμβαίνει αυτό που συμβαίνει με τα δέντρα. Όταν τα δέντρα ξεριζώνονται μαραζώνουν και πεθαίνουν. Όσον οι ρίζες μένουν στη γη, αυτά επιβιώνουν, ανθίζουν, καρπίζουν.
Ο πολιτισμός και τα πολιτιστικά και λαογραφικά δρώμενα είναι ένας δυναμικός παραγωγικός τομέας. Δεν είναι έννοιες στεγανές. Όλα τούτα που ήταν φυλαγμένα σε αποθήκες και υπόγεια έχουν νόημα και είναι κομμάτια του παρελθόντος και θα έλεγα συμπληρώνουν την ιστορία του παρόντος, ενώ αν τα αφήναμε όπως ήταν θα παρέμειναν υπό το πέπλο της σιωπής.
Όλα τούτα μας θυμίζουν τις ρίζες μας, βαθιές όπως είναι σε τούτον τον τόπο που έθρεψε με αυτά τα εργαλεία τόσες γενεές και διαμόρφωσε τόσες συνειδήσεις.
Η ανάπτυξη της λαογραφίας εν γένει πιστεύω θα συνεχιστεί και από άλλους. Ας αποτελέσει την πηγή, την κυψέλη τούτο δω το μουσείο και το έναυσμα, το κίνητρο.
Πρέπει δε να εκτίθενται όπως είναι για να αποτελούν αρμονία με το περιβάλλον, τόσο το φυσικό όσο και το ανθρώπινο και να έχουν προσφορότερη χρησιμοποίηση ως επιστημονικά και μορφωτικά εργαλεία χωρίς την πλαστογράφηση της μορφής των.
Από τέτοια «ασήμαντα στοιχεία και εργαλεία» ο μεγάλος μας γεωγράφος Στράβων (63 π.χ.-23 μ.χ.) όταν παρά τις εξαντλητικές του προσπάθειες προσδιόρισε την τοποθεσία όπου βρισκόταν η Ομηρική Πύλος του Νέστορα, πριν την αφανίσει και αυτή η αδυσώπητη ροή του χρόνου.
Η λαογραφία μέχρι την αναγέννηση αναφερόταν περισσότερο στη θρησκεία αλλά έγινε ο συγκερασμός. Η ελληνοχριστιανική παράδοση. Ο Απόστολος Παύλος βρήκε στην Αθήνα και μνημεία και τα παρέκαμψε λέγοντας: «Γένος ουν υπάρχοντες του θεού ουκ οφείλομεν νομίζειν χρυσόν ή αργύρω η λίθον χαράγματι τέχνης και ενθυμήσεως ανθρώπου το θείον είναι όμοιον».
Η λαογραφία είναι επιστήμη που εξετάζει τα κατά παράδοσιν. «Η ιστορία έχει την αλήθεια της η λαογραφία την δική της αλήθεια». Εξετάζει τα φαινόμενα του λαϊκού πολιτισμού, ήθη, έθιμα, την τέχνη και γενικά τον υλικό βίο. Ιδρυτής της Λαογραφίας ως επιστήμης υπήρξε ο Γερμανός WILHELM HEINRICH RIL το (1858) καθηγητής της Ιστορίας του πολιτισμού στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου, διάβασε την διάλεξη του : «Η λαογραφία ως επιστήμη» «DIE VOLKSKUNDE GLEICHWIE WISSENSCHAFΤ».
Πατέρας της Ελληνικής Λαογραφίας είναι ο Νικόλαος Πολίτης σημαντική φυσιογνωμία ο οποίος κατάφερε και εδραιώσει στην Ελλάδα την επιστήμη της Λαογραφίας. Υπήρξε καθηγητής της Ελληνικής Μυθολογίας και της Αρχαιολογίας από το 1890 και είχε συγγραφικά χαρίσματα και σπουδαία οργανωτική ικανότητα.
Αξίζει λοιπόν όλοι οι Ξηρομερίτες και οι Αιτωλοακαρνάνες να επισκεφτείτε το Αγράμπελο και να περάσετε από τον μοναδικό αυτό χώρο και να θαυμάσετε τις μοναδικές συλλογές του Λαογραφικού Μουσείου του χωριού.
(* το κείμενο εκφωνήθηκε στις 16 Αυγούστου 2007, στα εγκαίνια του Λαογραφικού
Μουσείου Αγραμπέλου)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου